www.biopoiotita.gr

Τρίτη 30 Ιουλίου 2019

Ροδακινιά

Θρεπτικές ανάγκες

Η θρέψη της ροδακινιάς είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων μεταξύ των οποίων το είδος και η ανάλυση του εδάφους, οι κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής, η καλλιεργούμενη ποικιλία και η ηλικία της καλλιέργειας. Παρόλ’ αυτά, μετά από πολυετή συστηματική έρευνα, έχει βρεθεί ότι οι ετήσιες θρεπτικές ανάγκες της ροδακινιάς στα κύρια μακροστοιχεία είναι οι εξής:
  • 10-24 κιλά αζώτου ανά στρέμμα
  • 6-12 κιλά φωσφόρου ανά στρέμμα
  • 13-19 κιλά καλίου ανά στρέμμα
Έκτος από τα κύρια μακροθρεπτικά στοιχεία (N, P, K), η ροδακινιά έχει ιδιαίτερες ανάγκες σε μαγνήσιο, βόριο, σίδηρο, ψευδάργυρο και μαγγάνιο. Επιπλέον, στην ολοκληρωμένη θρέψη της ροδακινιάς συμβάλλουν οι φυσικές προωθητικές ουσίες (κυτοκινίνες, αυξίνες, γιββερελλίνες), τα αμινοξέα, οι βιταμίνες και οι υδατάνθρακες. Η ροδακινιά προτιμά εδάφη βαθιά και ελαφριά, κατά προτίμηση αμμοπηλώδη, με καλή αποστράγγιση και ελαφρώς όξινο pH. Δεν αναπτύσσεται σωστά σε ασβεστούχα εδάφη και είναι ευαίσθητη στην παρουσία αλάτων.

Ασθένειες

Εξώασκος
Παθογόνο: Ο μύκητας Taphrina deformans (Ασκομύκητας)
Συμπτώματα: Yπερπλασία των φύλλων, ανώμαλη πάχυνση, παραμόρφωση και κατσάρωμα του ελάσματος, καθώς και υπερπλασία άλλων μερών του υπέργειου τμήματος του φυτού. Τα φύλλα ξεραίνονται και πέφτουν, ενώ το δέντρο σχηματίζει νέα υγιή βλάστηση εις βάρος της καρποφορίας και προκαλείται καρπόπτωση. Επιπλέον, μπορεί να προσβληθούν τα άνθη, οι καρποί και οι τρυφεροί βλαστοί.
Συνθήκες ανάπτυξης: Διαχειμάζει στους οφθαλμούς ή σε πτυχώσεις του φλοιού των κλάδων και του κορμού με μορφή σπορίων. Τα σπόρια βλαστάνουν υπό υψηλή σχετική υγρασία και σχετικά χαμηλές θερμοκρασίες (10-20°C) την άνοιξη.

Κορύνεο
Παθογόνο: Ο μύκητας Wilsonomyces carpophilus ή Stigmina carpophila ή Coryneum beijerinckii ή Clasterosporiumcarpophilum (Αδηλομύκητας).
Συμπτώματα: Προσβάλλει βλαστούς, οφθαλμούς, άνθη, φύλλα και καρπούς. Στα φύλλα δημιουργούνται νεκρωτικές κηλίδες που αποξηραίνονται και πέφτουν, αφήνοντας «τρύπες από σκάγια», οι οποίες όταν αυξηθούν, συνενώνονται με αποτέλεσμα τα φύλλα να φαίνονται σχισμένα και ακολουθεί φυλλόπτωση. Στους καρπούς επίσης εμφανίζονται νεκρωτικές κηλίδες ενώ στους βλαστούς δημιουργούνται έλκη, με αποτέλεσμα την αποξήρανση οφθαλμών, ανθέων και «μπουκέτων». Συχνά στις κηλίδες και τα έλκη παρατηρείται έκκριση κόμμεος. Η ασθένεια μπορεί να προκαλέσει ξήρανση μεγάλων κλάδων ή και ολόκληρου του δέντρου.
Συνθήκες ανάπτυξης: Ο μύκητας διαχειμάζει στα έλκη των βλαστών και στους οφθαλμούς. Το παθογόνο θέλει υγρό καιρό και θερμοκρασίες 9-27°C για να αναπτυχθεί.

Ωίδιο
Παθογόνο: Ο μύκητας Sphaerotheca pannosa (Ασκομύκητας) με ατελή μορφή τον Oidium leucoconium.
Συμπτώματα: Προσβάλλει φύλλα, τρυφερούς βλαστούς, οφθαλμούς, άνθη και καρπούς, προκαλεί χλώρωση και ακολούθως νέκρωση. Χαρακτηριστικό σημείο της ασθένειας είναι η ανάπτυξη ενός τεφρόλευκου, αλευρώδους επιχρίσματος. Τα φύλλα παρουσιάζουν κατσάρωμα και παραμόρφωση και οι βλαστοί καχεκτική ανάπτυξη και κάμψη της κορυφής. Οι οφθαλμοί δεν εκπτύσσονται ή δίνουν καχεκτική βλάστηση. Στους καρπούς αναπτύσσονται υπόλευκες κηλίδες, ενώ ο ιστός γίνεται δερματώδης.
Συνθήκες ανάπτυξης: Ο μύκητας διαχειμάζει στους οφθαλμούς και ενίοτε στους βλαστούς. Τα κονίδιά του διασπείρονται με τον άνεμο και η ανάπτυξή του ευνοείται από ξηρό καιρό, ηλιοφάνεια και θερμοκρασίες 21-27°C.

Αδρομύκωση
Παθογόνο: Ο μύκητας Verticillium dahliae (Αδηλομύκητας)
Συμπτώματα: Ο μύκητας αναπτύσσεται μέσα στα αγγεία του φυτού, όπου παρατηρείται καστανός μεταχρωματισμός. Αρχικά εκδηλώνεται χλώρωση, μετά καρούλιασμα και ξήρανση των φύλλων και τελικά φυλλόπτωση και αποξήρανση των κλάδων. Χαρακτηριστικό των αδρομυκώσεων είναι η ημιπληγία, δηλαδή η εκδήλωση συμπτωμάτων αρχικά στη μία πλευρά των προσβεβλημένων φύλλων ή κλάδων, και στη συνέχεια και στην άλλη πλευρά. Τελικά μπορεί να αποξηραθεί ολόκληρο το δέντρο, ιδίως τα νεαρά δέντρα. Οι ροδακινιές μεγάλης ηλικίας συνήθως επιβιώνουν και κάποιες φορές αναρρώνουν.
Συνθήκες ανάπτυξης: Η ανάπτυξη της ασθένειας ευνοείται σε θερμοκρασίες 21-27°C. Το παθογόνο διαχειμάζει στα υπολείμματα καλλιεργειών και ζιζανίων στο έδαφος, η είσοδός του γίνεται από τη ρίζα και στη συνέχεια τα κονίδιά του μεταφέρονται και προσβάλλουν το υπέργειο τμήμα.

Σκωρίαση
Παθογόνο: Ο μύκητας Tranzschelia pruni-spinosae
Συμπτώματα: Στην πάνω μεριά των φύλλων δημιουργούνται πολυγωνικές κηλίδες, ενώ στις ίδιες θέσεις στην κάτω μεριά σχηματίζονται τα ουρεδοσπόρια του μύκητα. Τα φύλλα κιτρινίζουν και πέφτουν. Στους καρπούς εμφανίζονται κυκλικές, υδατώδεις κηλίδες, οι οποίες στη συνέχεια κιτρινίζουν, μαυρίζουν και αποκτούν δερματώδη υφή, ενώ μπορεί να σχηματιστούν και οι καρποφορίες του μύκητα πάνω τους. Γύρω απ’ τις κηλίδες στους καρπούς μπορεί να εμφανιστούν μικρά σκασίματα. Στους βλαστούς σχηματίζονται σκούρα έλκη απ’ όπου βγαίνουν οι καρποφορίες του μύκητα.
Συνθήκες ανάπτυξης: Ο μύκητας διαχειμάζει στους κλάδους και τα πεσμένα φύλλα των πυρηνόκαρπων, διασπείρεται με τον άνεμο και τη βροχή και η ανάπτυξή του ευνοείται από υγρό καιρό και θερμοκρασίες 22-25°C.

Κλαδοσπορίωση ή φουζικλάδιο
Παθογόνο: Ο μύκητας Venturia carpophila (Ασκομύκητας)
Συμπτώματα: Στους καρπούς σχηματίζονται κηλίδες, πάνω στις οποίες αναπτύσσονται οι καρποφορίες του μύκητα και αργότερα προκαλούνται σχισίματα. Στην πάνω επιφάνεια των φύλλων εμφανίζονται χλωρωτικές κηλίδες που σταδιακά ξεραίνονται και στην κάτω δημιουργούνται οι καρποφορίες. Στους βλαστούς οι κηλίδες είναι κυκλικές ή ελλειψοειδείς, αρχικά άχρωμες και σταδιακά σκουραίνουν και σχηματίζονται πάνω τους οι κονιδιοφόροι.
Συνθήκες ανάπτυξης: Ο μύκητας διαχειμάζει στους βλαστούς και διασπείρεται με τη βροχή και τον αέρα. Η ανάπτυξή του ευνοείται από υγρό καιρό και θερμοκρασίες 18-24°C.

Έλκος των κλαδίσκων
Παθογόνο: Ο μύκητας Fusicoccum amygdali (Αδηλομύκητας)
Συμπτώματα: Στη βάση των ετήσιων βλαστών σχηματίζονται βυθισμένα τεφροκάστανα έλκη, συχνά παρατηρείται έκκριση κόμμεος, επί των ελκών σχηματίζονται πυκνίδια και οι βλαστοί αυτοί στην πορεία ξηραίνονται. Οι οφθαλμοί της επόμενης περιόδου δεν εκπτύσσονται ή δίνουν καχεκτικούς βλαστούς και άνθη που ξεραίνονται. Στα προσβεβλημένα φύλλα, τα οποία παραμένουν στο δέντρο, σχηματίζονται καστανές κηλίδες, το κέντρο των οποίων καλύπτουν πυκνίδια. Οι καρποί μπορεί να εμφανίσουν επίσης συμπτώματα. Η είσοδος του παθογόνου γίνεται από φυσικά ανοίγματα αλλά και με απ’ ευθείας διάτρηση της εφυμενίδας.
Συνθήκες ανάπτυξης: Διαχειμάζει στα έλκη των κλάδων και στα φύλλα. Ιδανικές συνθήκες ανάπτυξης είναι οι θερμοκρασίες 20-30°C και η υψηλή υγρασία.

Φαιά σήψη
Παθογόνο: Ο μύκητας Monilia laxa (Ασκομύκητας)
Συμπτώματα: Ξεκινάει από τα άνθη με καστανή σήψη και ξήρανση, που προχωράει σε ολόκληρη την ταξιανθία, στους βλαστούς και τους μεγαλύτερους κλάδους, όπου προκαλεί βύθιση του φλοιού και σχηματισμό έλκους. Το φυτό δημιουργεί επουλωτικό ιστό γύρω από το έλκος ενώ παρατηρείται και εκροή κόμμεος από τα έλκη και τις νεκρές κορυφές των κλάδων. Στους καρπούς σχηματίζεται αρχικά κυκλική κηλίδα, που επεκτείνεται πολύ γρήγορα. Σε υψηλή υγρασία σχηματίζονται οι εξανθήσεις του μύκητα πάνω στα φυτικά μέρη. Η ασθένεια προκαλεί μείωση της παραγωγής και εξασθένηση των δέντρων.
Συνθήκες ανάπτυξης: Το παθογόνο διαχειμάζει στις αποξηραμένες ταξιανθίες, τους μουμιοποιημένους καρπούς και τα έλκη. Την άνοιξη τα σπόρια διασπείρονται με τον άνεμο και τη βροχή και προσβάλλουν τους εκπτυσσόμενους ανθοφόρους οφθαλμούς. Η εκδήλωση της ασθένειας ευνοείται από υψηλή σχετική υγρασία και σχετικά χαμηλές θερμοκρασίες (5-27°C).

Σήψη του λαιμού
Παθογόνο: Ωομύκητες του γένους Phytophthora
Συμπτώματα: Οι προσβολές εμφανίζονται στο λαιμό και τη βάση του κορμού και ξεκινούν από πληγές στις κύριες ρίζες ή το λαιμό. Ο φλοιός εξωτερικά γίνεται πιο σκούρος, βυθίζεται και μοιάζει βρεγμένος, ενώ η ασθένεια προχωράει προς τα κάτω και προς τα πάνω. Στα νεαρά δεντρύλλια η ασθένεια εξελίσσεται ταχύτατα και τα ξηραίνει ενώ στα μεγάλα δέντρα αρχικά εντοπίζεται σε ένα τμήμα του κορμού ή της ρίζας αλλά σταδιακά τον περιβάλει ολόκληρο και τότε το δέντρο ξηραίνεται. Στην προσβεβλημένη περιοχή του κορμού ο φλοιός σχίζεται και δημιουργείται έλκος ενώ σημειώνεται και έκκριση κόμμεος.
Συνθήκες ανάπτυξης: Τα σπόρια του μύκητα μπορούν να επιβιώσουν στο έδαφος για πολλά χρόνια, διαχειμάζει όμως και σε ασθενείς ιστούς. Μεταδίδεται με τη βροχή και το πότισμα.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου