www.biopoiotita.gr

Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2016

Δίκταμο

Ο δίκταμος (δίχταμο) είναι φρύγανο ενδημικό της Κρήτης με φαρμακευτικές ιδιότητες γνωστές ήδη από την αρχαιότητα.  O Δίκταμος, λέγεται επίσης, έρωνταςσταθάρισταμνόχορτο,σταματόχορτοστομαχόχορτο. Φυτρώνει σε ορεινές και απότομες ασβεστολιθικές εκτάσεις. Σε απότομες πλαγιές φαραγγιών και χαράδρων αλλά και σε απόκρημνους παραλιακούς βράχους.
H παλιά φαρμακοτεχνία το χρησιμοποιούσε για την παρασκευή της θηριακής και του μιθριδατείου. Το δίκταμο ήταν γνωστός πριν από το μεσαίωνα στους Eυρωπαίους σαν φαρμακευτικό φυτό.

Ιστορικά στοιχεία για το δίκταμο:

Ο Δίκταμος ή έρωντας (Origanum dictamnus) είναι το πιο φημισμένο από τα κρητικά ενδημικά φυτά. Ειναι χαμηλός ημιξυλώδής θάμνος, που οι βλαστοί του φθάνουν τα 40 εκ. Το φυτό είναι τριχωτό και έχει μια βελούδινη υφή. Τα φύλλα είναι πρασινόλευκα, τα λουλούδια του ροζ, και το άρωμα του θεσπέσιο.
Φυτό της οικογένειας των Xειλανθών (Labiate)..  O Πλίνιος αναφέρεται σ` αυτό το φυτό: “Tο φυτόν καλούμενον δίκταμον εις ουδέν άλλο μέρος φύεται ειμη εν τη νήσω Kρήτη”.
O Θεόφραστος στο έργο του “Περί Φυτών ιστορίες” γράφει: “Tο δίκταμο είναι φυτό που βγαίνει μόνο στη Κρήτη….
Είναι σπάνιο, διότι ο τόπος που το παράγει είναι μικρός και οι κατσίκες το βόσκουν επειδή τους αρέσει.
Ο Δίκταμος ήταν γνωστός από την αρχαιότητα και οι αρχαίοι γιατροί του απέδιδαν πολλές θεραπευτικές ιδιότητες.
Kατά την αρχαιότητα το άγαλμα της θεάς Aρτέμιδος, η οποία εκτός των άλλων ήταν και προστάτης των επιλόχων γυναικών, έφερε στο κεφάλι της στεφάνι από δίκταμο.
Eπίσης, κατά την αρχαιότητα θεωρούσαν το δίκταμο ικανό να απορρίπτει τα σιδερένια τόξα από τα πληγωμένα σώματα.
Σύμφωνα με τους αρχαίους συγγραφείς αυτό έγινε γνωστό από τα αγριοκάτσικα της Kρήτης [τους Kρητικούς Aίγαγρους (Capra aegagrus)] τα οποία όταν πληγώνονταν και έμενε το βέλος στο σώμα τους, έτρωγαν δίκταμο και αυτό έπεφτε αμέσως.
Σ` αυτό αναφέρονται πολλοί συγγραφείς, όπως ο Θεόφραστος, ο Διασκουρίδης, ο Πλούταρχος, ο Πλίνιος, ο Aπούλιος και άλλοι. Κατά την αρχαιότητα θεωρούσαν το δίκταμο ικανό να απορρίπτει τα σιδερένια τόξα από τα πληγωμένα σώματα.

“Tας δε εν τη Kρήτη αίγας τας αγρίας όταν τοξευθώσι ζητείν το δίκταμνον δοκεί γαρ εκβλητικόν είναι των βελών”
Aριστοτέλης, ‘Περί των ζώων ιστορίαι’

O Bιργίλιος στο 12ο βιβλίο της “Aινειάδας” του, διηγείται ότι όταν πληγώθηκε ο Aινείας από βέλος, η μητέρα του η Aφροδίτη πήγε και μάζεψε δίκταμο στο όρο Ίδη της Kρήτης “φυτόν ύπερ επιζητεί η άγρια αίξ, όταν το ταχύ βέλος του κυνηγού την πληγώση”.


Ενεργά συστατικά του δίκταμου:

Tο φυτό δίκταμο (δίχταμος) περιέχει καμφορά, ενώ το βασικό συστατικό του αιθέριου ελαίου του είναι η καρβακρόλη. Η θυμόλη αποτελεί κύριο συστατικό του πολυσύνθετου αιθερίου ελαίου, σε ποσοστό 78% (v/v). Ακόμα, σε αυτό υπάρχουν μεταξύ άλλων τα 3-θουγένιο (0.3%), α-πινένιο (0.3%), β-πινένιο (0.3%), α-τερπινένιο (0.9%), π-κυμένιο(10.1%), γ-τερπινένιο (7.9%), β-καρυοφυλλένιο (0.4%), λιναλοόλη (0.4%) και τερπινεν-4-όλη (0.3%). Προσδιορίστηκαν και τα ακόλουθα συστατικά: τρικυκλένιο, σαβινένιο, λιμονένιο, λιναλοόλη και καμφορά. Επιπλέον, παρατηρήθηκε μια αύξηση στο ποσοστό του π-κυμενίου που συνοδευόταν από μια μείωση του ποσοστού της καρβακρόλης, ιδιαίτερα στα φύλλα, όταν χρησιμοποιούταν ο φώσφορος στο θρεπτικό υλικό, από ότι όταν χρησιμοποιούταν το άζωτο σε αυτό. Ακόμα, είναι αξιοσημείωτο ότι προέκυψαν συστατικά τα οποία δεν υπήρχαν όταν χρησιμοποιούταν το άζωτο, ή ο άγριος τύπος του φυτού, γεγονός που μπορεί να οφείλεται στο ότι η παρουσία φωσφόρου ενεργοποιούσε κατάλληλα βιοσυνθετικά ένζυμα τα οποία στις άλλες περιπτώσεις ήταν λιγότερο ενεργά.

Θεραπευτικές ιδιότητες του δίκταμου:

Το πιο γνωστό είδος είναι το Ορίγανον ο δίκταμος (Οriganum dictamnus) ή δίκταμο της Κρήτης, με τα γκριζοπράσινα, χνουδωτά φύλλα, το οποίο παραδοσιακά βράζουν και πίνουν ως τσάι. Εκτός από εξαιρετικό αφέψημα, το δίκταμο έχει και θεραπευτικές ιδιότητες.

Ο δίκταμος είναι φυτό τονωτικό και διεγερτικό του πεπτικού συστήματος, σπασμολυτικό, στυπτικό, επουλωτικό, καταπραϋντικό των πόνων του στομαχιού και των εντέρων. Είναι ακόμη διουρητικό, χολαγωγικό, έμμηναγωγό, καταπολεμά τις αμοιβάδες, καταπραΰνει τον πονοκέφαλο και τον πονόδοντο . Ευεργετικό σε περιπτώσεις νευρικών διαταραχών, στο σκορβούτο, σε διαλείποντες πυρετούς. Το δίκταμο έχει αντισηπτική δράση, τονωτική και αντισπασμωδική. Χρησιμοποιείται για την επούλωση των τραυμάτων, ως καταπραϋντικό του πεπτικού συστήματος, καθώς και κατά της γρίπης και του κρυολογήματος. Δρα σπασμολυτικά και συμβάλει στην πρόληψη και στην αντιμετώπιση των κυκλοφορικών και καρδιολογικών προβλημάτων, ανακουφίζει από πονοκεφάλους, και στομαχικές διαταραχές, πονόδοντους και αποστήματα. Ενεργεί επίσης, ως αντιδιαβητικό, εμμηναγωγό αλλά και ως αφροδισιακό( στην Κρήτη το αναφέρουν και ως «έρωντα»).

Αντιοξειδωτική δράση του δίκταμου

dictamnus

Μια από τις σημαντικότερες δράσεις που παρουσιάζει το φυτό και η οποία έχει μελετηθεί αρκετά είναι η αντιοξειδωτική του δράση. Σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύτηκε [Lionis et al. 1998], χρησιμοποιήθηκαν υδατικά εκχυλίσματα από φυτά Origanum dictamnus τα οποία συλλέχθηκαν την περίοδο της άνοιξης (1gr σε 100ml). Στα πειράματα αυτά διαπιστώθηκε η αντιοξειδωτική δράση των παραπάνω δειγμάτων με δύο μεθόδους. Κατά την πρώτη μέθοδο, παρουσία των δειγμάτων μειώθηκε η αποδόμηση της δεοξυριβόζης κατά περίπου 50% μετά τη έκθεσή της σε υπεροξείδιο του υδρογόνου, σίδηρο και ασκορβικό οξύ. Στη δεύτερη μέθοδο, προσδιορίστηκαν τα προϊόντα υπεροξείδωσης των λιπών, όπου βρέθηκε ότι παρουσία των εκχυλισμάτων του φυτού, μειώθηκαν σημαντικά τα ποσοστά τους. Σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης, τα αποτελέσματα αυτά πιθανότατα οφείλονται στην ύπαρξη των πολυφαινολών μέσα στα εκχυλίσματα του φυτού. Έχουν συζητηθεί διάφοροι μηχανισμοί για τη δράση των πολυφαινολών, όπως η επίδρασή τους στην LDL (χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνη), που είναι παράγοντας πρόκλησης αθηρωματικών πλακών, η ένωση με τις ελεύθερες ρίζες που παράγονται από τους ενεργοποιημένους μεταβολίτες οξυγόνου, και η δέσμευση του σιδήρου που καταλύει τις οξειδωτικές αντιδράσεις. Τα παραπάνω δείχνουν, επομένως, ότι το συγκεκριμένο φυτό δρα ως αποτελεσματικό αντιοξειδωτικό στον ανθρώπινο οργανισμό και μειώνει τον κίνδυνο νοσημάτων που είναι απόρροια της επίδρασης των ενεργοποιημένων μεταβολιτών.
Μια άλλη μελέτη έδειξε ότι τα υδατικά εκχυλίσματα του φυτού κατάφεραν να δεσμεύσουν με καλή απόδοση ρίζες υδροξυλίου που είχαν παραχθεί με διάφορους τρόπους [Moller et al. 1991]. Πιο συγκεκριμένα, στην πραγματοποίηση της μελέτης αυτής οδήγησε το γεγονός ότι ο δίκταμνος χρησιμοποιούταν ευρέως σε βοτανικά εγχύματα, τα οποία παρασκευάζοταν πολύ εύκολα με νερό, κάτι που έδειχνε την πιθανή παρουσία σημαντικών συστατικών στα υδατικά αυτά εκχυλίσματα. Χρησιμοποιήθηκαν αποξηραμένα φύλλα δικτάμνου και πραγματοποιήθηκαν εκχυλίσεις αυτών με νερό, μεθανόλη, αιθανόλη και ακετόνη. Τα αποτελέσματα των πειραμάτων έδειξαν σαφώς ότι τα εκχυλίσματα, που προέκυψαν με την κατεργασία των φύλλων με νερό και μεθανόλη, εμφάνιζαν ισχυρότερη αντιοξειδωτική δράση, δεσμεύοντας σε μεγαλύτερο βαθμό ρίζες υδροξυλίου, από ότι αυτά με την αιθανόλη και την ακετόνη. Το αποτέλεσμα αυτό, δηλαδή η ισχυρότερη αντιοξειδωτική δράση, αποδόθηκε στο μεγαλύτερο ποσοστό φαινολικών συστατικών που εκχυλίζονταν με τους πρώτους διαλύτες (νερό, μεθανόλη), παρά με τους δεύτερους διαλύτες (αιθανόλη, ακετόνη). Πράγματι, πειραματικά διαπιστώθηκε ότι η αντιοξειδωτική δράση που παρουσίαζαν τα διάφορα εκχυλίσματα του φυτού, ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τα περιεχόμενα σε αυτά φαινολικά συστατικά. Επιπλέον, με αυτό τον τρόπο επιβεβαιώθηκε για άλλη μια φορά και ο σημαντικός ρόλος των φαινολικών συστατικών ως “καθαριστές-παγίδες” (scavengers) ελευθέρων ριζών. Η διαφορά στο μέγεθος της αντιοξειδωτικής δράσης των διαφόρων εκχυλισμάτων, εξηγήθηκε από τους συγκεκριμένους επιστήμονες, ότι οφειλόταν στο γεγονός ότι τα φαινολικά συστατικά του φυτού παραλαμβάνονταν σε μεγαλύτερο βαθμό με νερό και μεθανόλη παρά με αιθανόλη και ακετόνη.
Το γεγονός ότι με το πέρασμα του χρόνου οι διάφορες φυσικές αντιοξειδωτικές ουσίες κερδίζουν συνεχώς έδαφος στην πρόληψη καρδιαγγειακών νοσημάτων και διαφόρων ειδών καρκίνου, οδήγησε και άλλους επιστήμονες στο να ελέγξουν την αντιοξειδωτική δράση του φυτού [Couladis et al. 2003]. Η επιστημονική αυτή ομάδα χρησιμοποίησε υπέργεια τμήματα του φυτού, τα οποία τα συνέλεξε την άνοιξη και τα εκχύλισε με αιθανόλη. Η αρχή στην οποία στηρίχτηκαν τα πειράματά τους ήταν το γεγονός της σουπεροξείδωσης του αραχιδονικού οξέος σε μηλονική διαλδεΰδη απουσία αντιοξειδωτικών ουσιών, κάτι όμως που δεν πραγματοποιούταν παρουσία τέτοιων ουσιών. Με τη χρήση, λοιπόν, του αιθανολικού εκχυλίσματος του φυτού διαπιστώθηκε ότι αυτό παρουσίαζε αντιοξειδωτική δράση ίδια με αυτή της ουσίας που χρησιμοποιήθηκε ως θετικό δείγμα, δηλαδή της α-τοκοφερόλης.
Μια ομάδα ερευνητών διαπίστωσε ότι το κλάσμα των συστατικών, το οποίο εκχυλιζόταν από το δίκταμνο με τη βοήθεια εξανίου, είχε ισχυρές αντιοξειδωτικές ιδιότητες, καθώς είχε αναφερθεί ότι ελάττωνε τη μεταλλαξιογόνο δράση ενός διατροφικού καρκινογόνου [Lagouri et al. 1996]. Αυτήν την άποψη τη στήριξαν στο γεγονός ότι τα συστατικά που υπήρχαν στο συγκεκριμένο κλάσμα ήταν κυρίως τοκοφερόλες, ουσίες που είναι γνωστό εδώ και πολύ καιρό ότι εμφανίζουν ισχυρότατη αντιοξειδωτική δράση.

Αντιμικροβιακή δράση του δίκταμου

Πολλαπλές είναι οι μελέτες οι οποίες ασχολήθηκαν με τη διερεύνηση της αντιμικροβιακής δράσης του φυτού Origanum dictamnus.
Μία από αυτές [Sivropoulou et al. 1996], εξετάζει την επίδραση της παρουσίας του αιθερίου ελαίου του φυτού στην ανάπτυξη οκτώ διαφορετικών, Gram θετικών και αρνητικών, βακτηριακών κλώνων. Οι κλώνοι που χρησιμοποιήθηκαν για τα πειράματα ήταν δύο από τα βακτήρια Escherichia coli και Staphylococcus aureus και ένας από τα βακτήρια Pseudomonas aeruginosa, Salmonella typhimurium, Rhizobium leguminosarum και Bacillus subtilis. Η μέθοδος στηριζόταν στην ίδια αρχή με αυτή του αντιβιογράμματος. Επεξηγηματικά, καθένας από τους κλώνους των βακτηρίων αφέθηκε να αναπτυχθεί μέσα σε θρεπτικό υλικό και στη συνέχεια οι αποικίες του επιστρώθηκαν σε ένα τρυβλίο petri. Ένα στρογγυλό χαρτάκι διαποτίστηκε με το αιθέριο έλαιο του φυτού και τοποθετήθηκε μετέπειτα και αυτό πάνω στο τρυβλίο petri.
Από τους ίδιους ερευνητές [Economakis et al. 1999], πραγματοποιήθηκε παρόμοια μελέτη σε φυτά των οποίων το θρεπτικό υπόστρωμα είχε διαφορετική σύσταση. Πιο συγκεκριμένα, όλα τα συστατικά του υποστρώματος ήταν τα ίδια με αυτά της προηγούμενης μελέτης, εκτός του ότι υπήρχαν διαφορετικές συγκεντρώσεις αζώτου. Το υπόλοιπο πείραμα πραγματοποιήθηκε κατά παρόμοιο τρόπο και στη συνέχεια ελέγχθηκε η αντιμικροβιακή δράση του αιθερίου ελαίου των παραπάνω φυτών σε κλώνους των βακτηρίων Staphylococcus aureus, Staphylococcus epidermidis, Staphylococcus hominis, Escherichia coli και Pseudomonas aeruginosa. Τα αποτελέσματα έδειξαν μεγάλη αντιμικροβιακή δράσηγια όλους τους κλώνους με εξαίρεση αυτόν της Pseudomonas aeruginosa κατά πανομοιότυπο τρόπο με την προηγουμένως αναφερθείσα μελέτη.
Κάποιοι άλλοι επιστήμονες ασχολήθηκαν με την πιθανή αντιμυκητιασική δράση που μπορεί να έχει το αιθέριο έλαιο του δικτάμνου έναντι του μύκητα Penicillium digitatum [Daferera et al. 2000]. Χρησιμοποίησαν στα πειράματά τους το αιθέριο έλαιο του φυτού καθώς και καθαρή θυμόλη και καρβακρόλη ως θετικά δείγματα. Μετά το τέλος των πειραμάτων διαπίστωσαν ότι η μέση ανασταλτική δόση της καθαρής θυμόλης (ED50, η δόση που προκαλεί αναστολή της ανάπτυξης του μύκητα κατά 50%) και η ελάχιστη ανασταλτική δόση (MIC) ήταν 79 και 200 μg/mL, και της καθαρής καρβακρόλης 47 και 160 μg/mL, αντίστοιχα. Επιπλέον, το αιθέριο έλαιο του φυτού οδηγούσε σε καθολική αναστολή της ανάπτυξης του μύκητα στη συγκέντρωση 300 μg/mL. Το γεγονός αυτό οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η συνύπαρξη στο αιθέριο έλαιο του φυτού της θυμόλης και της καρβακρόλης έχει ως συνέπεια την εμφάνιση συνεργιστικού αποτελέσματος στην αναστολή της ανάπτυξης του μύκητα.
Η υπόθεση που διατυπώθηκε από τον Farg και τους συνεργάτες του για την αντιμυκητιασική δράση του αιθερίου ελαίου [Farg et al. 1989], ήταν ότι οφειλόταν στην παρουσία σε αυτό συστατικών που είχαν αρωματικό δακτύλιο με φαινολικό υδροξύλιο. Αυτό δίνει τη δυνατότητα στις ουσίες αυτές να σχηματίζουν δεσμούς υδρογόνου με τα ενεργά κέντρα ενζύμων, που είναι απαραίτητα για τον μύκητα, και να προκαλούν την αναστολή τους. Ωστόσο, αυτό δεν εξηγεί την αντιμυκητιασική δράση αιθέριων ελαίων, φυτών της ίδιας οικογένειας, που όμως δεν έχουν φαινολικά συστατικά. Σύμφωνα με τον Faid και τους συνεργάτες του [Faid et al. 1996], η σειρά της δράσης των συστατικών του ελαίου είναι η εξής: φαινόλες (μέγιστη δράση) > αλκοόλες > αλδεΰδες > κετόνες >αιθέρες > υδρογονάνθρακες [Daferera et al. 2000].
Το 2000 δημοσιεύτηκε μελέτη [Karanika et al. 2000], η οποία εξετάζει την επίδραση που έχει η παρουσία του αιθερίου ελαίου του φυτού στην ανάπυξη του ζυμομύκητα Yarrowia lipolytica. Στη μελέτη αυτή παρατηρήθηκε ότι προκαλούταν μεγάλη αναστολή της ανάπτυξης του ζυμομύκητα, η οποία όμως οφειλόταν στο γεγονός ότι τα υδατικά εκχυλίσματα του φυτού δημιουργούσαν ακατάλληλο περιβάλλον για τον ίδιο το ζυμομύκητα. Επομένως, τα εκχυλίσματα δεν είχαν άμεση επίδραση στα κύτταρα του ζυμομύκητα. Αντίθετα, υποτέθηκε ότι η ιδιότητά τους να αναστέλλουν την ανάπτυξή του προερχόταν από το γεγονός ότι τα συστατικά τους δρουν ως χηλικοί παράγοντες οι οποίοι δεσμεύουν τα μεταλλικά ιόντα του περιβάλλοντος, τα οποία όμως είναι απαραίτητα για το ζυμομύκητα.
Τέλος, έχει βρεθεί από τους επιστήμονες [Vokou et al. 1993], ότι η χρήση του αιθερίου ελαίου του δικτάμνου μπορεί να χρησιμοποιηθεί μελλοντικά με αποτελεσματικό και ασφαλή τρόπο για να επιμηκύνει το χρόνο αποθήκευσης της πατάτας, προστατεύοντάς την ταυτόχρονα από μικροβιακές μολύνσεις. Την άποψη αυτή τη στήριξαν σε πειράματα τα οποία έδειξαν ότι το αιθέριο έλαιο είχε ισχυρή αντιμικροβιακή ιδιότητα. Πιο συγκεκριμένα, διαπίστωσαν ότι αυτό εμφάνιζε μέγιστη δράση κατά των κλώνων του Erwinia carotovora, αλλά και άλλων βακτηρίων που απομονώθηκαν από την επιφάνεια της πατάτας.
Phyto.gr





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου