«Πρέπει να υπάρξει πιο συστηματική προώθηση και οργάνωση των παραγωγών, έτσι ώστε να μεγαλώσει η παραγωγή του μελιού, κρατώντας ως αδιαπραγμάτευτο όρο σε αυτή τη διαδικασία παραγωγής πρώτα απ’ όλα την ποιότητα. Είναι τόσο αυστηρές οι διατάξεις που υπάρχουν στην Ελλάδα και τόσο αυστηροί, αλλά και πολλοί οι έλεγχοι, ώστε να μην επιτρέπεται γενετικά τροποποιημένη καλλιέργεια στη χώρα μας, άρα κατά συνέπεια και η ύπαρξη τροποποιημένης γύρης που θα μπει στο μέλι».

Τα παραπάνω τόνισε ο Αναπληρωτής Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Πάρις Κουκουλόπουλος απαντώντας σήμερα, στη Βουλή, σε επίκαιρη ερώτηση του Βουλευτή Κοζάνης των Ανεξάρτητων Δημοκρατικών Βουλευτών Γιώργου Κασαπίδη , σχετικά με την προστασία του ελληνικού μελιού στην Ευρωπαϊκή Ένωση. 

Αναφερόμενος στην ποιότητα και την κατανάλωση του ελληνικού μελιού, ο  Αναπληρωτής Υπουργός επεσήμανε πως  «η βιοποικιλότητα μαζί με την μακροχρόνια εμπειρία των Ελλήνων μελισσοκόμων, οδηγεί στην παραγωγή του καλύτερου μελιού που υπάρχει παγκοσμίως. Είναι αποδεκτό από όλους τους ειδικούς αυτό το γεγονός. Έχουμε το καλύτερο μέλι στον κόσμο. Η κατανάλωση του μελιού ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο  αλλά και για τις γευστικές του ιδιότητες είναι επίσης από τις μεγαλύτερες στον κόσμο». 

Ακολουθεί η ομιλία του Αναπληρωτή Υπουργού: 

«Η ευαισθησία και η δική σας και πολλών συναδέλφων για θέματα που έχουν σχέση με την προστασία της βιοποικιλότητας, της ιδιαιτερότητας σε μία σειρά από προϊόντα, όπως ή φέτα ή το μέλι εν προκειμένω, είναι προς έπαινο. Δεν είναι για ψόγο. Την τιμώ, τη συμμερίζομαι και συμμετέχω, αν θέλετε, σε όλη αυτή τη διαδικασία ευαισθητοποίησης και της κοινής γνώμης στην πατρίδα μας και στην Ευρώπη και παντού.

Η ποιότητα είναι παγκόσμια ζητούμενο στο διατροφικό τομέα και η ενημέρωση θεωρείται πλέον σήμερα ιερό δικαίωμα όλων των πολιτών. Παρ’ όλα αυτά, διάφορες εμπορικές πρακτικές υπερβαίνουν όλη αυτή την απαίτηση και με διάφορους τρόπους αλλοιώνουν συνθήκες, με τις οποίες λειτουργεί η αγορά.

Θέλω όμως, με αφορμή την ερώτηση, να βάλουμε κάποια πράγματα στη θέση τους -και πιστεύω ότι πρέπει να συμφωνήσουμε- όσον αφορά στην ελληνική μελισσοκομία.

Πρώτον, αναφέρεστε στη βιοποικιλότητα στην ερώτηση σας και επαναλαμβάνω ότι η βιοποικιλότητα μαζί με την πολυετή, μακροχρόνια –θα έλεγα ότι χάνεται στο βάθος των αιώνων- εμπειρία των Ελλήνων μελισσοκόμων, οδηγεί στην παραγωγή του καλύτερου μελιού που υπάρχει παγκοσμίως. Είναι αποδεκτό από όλους τους ειδικούς αυτό το γεγονός. Έχουμε το καλύτερο μέλι στον κόσμο.

Δεύτερον, η κατανάλωση του μελιού στη χώρα μας, ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο -κι όχι μόνο βέβαια- αλλά και για τις γευστικές του ιδιότητες είναι επίσης από τις μεγαλύτερες στον κόσμο. Κι αυτό το γνωρίζετε.

Το τρίτο  - κι έρχομαι σε κάτι που αφορά και τη φέτα - είναι ότι η χώρα μας πέρυσι δυστυχώς δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στην πολύ αυξημένη ζήτηση που υπήρχε διεθνώς. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τη φέτα.

Για να οδηγηθούμε σε έναν παραγωγικό διάλογο, θέλω να καταλήξουμε σε κάποιες σταθερές. Με το μέλι δηλαδή, όπως και με τη φέτα, η χώρας μας έχει ένα δικό της πρόβλημα που καλό είναι να μην το υποβαθμίζουμε με την ευαισθησία. Δηλαδή, πρέπει να υπάρξει πιο συστηματική προώθηση και οργάνωση των παραγωγών, έτσι ώστε να μεγαλώσει η παραγωγή του μελιού, κρατώντας ως αδιαπραγμάτευτο όρο σε αυτή τη διαδικασία παραγωγής πρώτα απ’ όλα την ποιότητα.

Ξέρετε βέβαια, νομίζω, ότι γενετικά τροποποιημένο μέλι ως προς τη γύρη είναι πρακτικά αδύνατο να υπάρξει στην Ελλάδα. Διότι αυτό είναι το πρώτο ερώτημα, αν προστατεύουμε πρώτα απ’ όλα το γνήσιο ελληνικό μέλι ως πολιτεία.

Είναι τόσο αυστηρές οι διατάξεις που υπάρχουν στην Ελλάδα και τόσο αυστηροί, αλλά και πολλοί οι έλεγχοι, ώστε να μην επιτρέπεται γενετικά τροποποιημένη καλλιέργεια στη χώρα μας, άρα κατά συνέπεια και η ύπαρξη γύρης που θα μπει στο μέλι. Αυτό νομίζω ότι είναι το πρώτο ζητούμενο: Προστατεύουμε ή δεν προστατεύουμε την ποιότητα του ελληνικού μελιού;
Αυτό είναι το πρώτο ζητούμενο, μαζί με τη συστηματική προσπάθεια να αναπτύξουμε την παραγωγή και την προώθηση του ελληνικού μελιού, που  έχει πολύ μεγαλύτερη ζήτηση από αυτή στην οποία μπορούμε εμείς να ανταποκριθούμε σήμερα, όπως είμαστε οργανωμένοι εμείς και οι μελισσοκόμοι.

Να συμφωνήσουμε σε κάτι για το μέλι και τη φέτα που παρεμπιπτόντως είπατε; 
Πρώτον, πρέπει να υπάρχει αναγνώριση και αποδοχή του πλαισίου που ισχύει διεθνώς. Δεύτερον, πρέπει να υπάρξει διαρκής και μακροχρόνιος αγώνας, για να αλλάζουμε όσο μπορούμε τις συνθήκες, τους κανονισμούς, τους κανόνες και οτιδήποτε άλλο έχει σχέση με όλα αυτά τα ζητήματα, ώστε να μην υπολειφθούμε ποτέ στην προσπάθεια. Συμφωνώ.

Τρίτον, όλη αυτή η διαδικασία δεν είναι επίδειξη ευαισθησίας. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να παρεμποδίζει τη διαδικασία αύξησης της ελληνικής παραγωγής και της προστασίας της. Διαφωνώ κάθετα, βέβαια, με τη στενάχωρη λογική που είχατε για το ποιος να παράγει μέλι και ποιος φέτα. Διαφωνώ κάθετα.

Ο πρωτογενής τομέας σήμερα παράγει πλούτο και είμαστε εδώ για να βοηθήσουμε τον Έλληνα παραγωγό και να δώσουμε ένα μήνυμα αισιοδοξίας στην ελληνική κοινωνία. Δεν είναι ζήτημα που επιδέχεται αντίρρηση το ότι έχει μεγαλύτερη ζήτηση η φέτα, όπως και το μέλι, από την ικανότητα παραγωγής μας. 
Από ποια βάρη πρέπει να απαλλάξουμε τον Έλληνα παραγωγό; Θα σας πω κάτι. Δυο-τρεις μέρες τώρα, από ανακρίβεια συναδέλφου της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης πληθαίνουν ερωτήματα περί του ότι προχθές –λέει- ψηφίσαμε τη φορολογία των ενισχύσεων των αγροτών. Προχθές ψηφίσαμε ότι οι αγρότες φορολογούνται ανεξαρτήτως τεκμαρτού με 13%. Αυτό ψηφίσαμε. Επιτέλους, νομίζω ότι πρέπει να επικρατήσει ηρεμία και να γίνει ένας σοβαρός διάλογος.

Με αφορμή την ερώτηση για το μέλι, υπήρξε αλληλογραφία και επικοινωνία και με τη Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπεία, όπως είχαμε υποχρέωση, για να μας δώσει λεπτομέρειες για όλη αυτήν την εξέλιξη. Πρέπει να πω - γιατί έχει ουσία- πως ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός προφανώς είναι μία ισορροπία στην οποία συμμετέχουν και συμφέροντα. Δεν έχω διαφωνία σ’ αυτό. Δεν είναι δυνατόν να διαφωνεί κάποιος λογικός άνθρωπος σ’ αυτό.

Το διεθνές εμπόριο στην κοινωνία που ζούμε είναι μία αθώα περιστερά; Προφανώς και υπάρχουν αυτά.
Έχει, λοιπόν, μία -κατ’ αρχάς ικανοποιητική- δικαιολογία, που δεν σημαίνει ότι πρέπει να την αποδεχθούμε εσαεί. Λέει, δηλαδή, ότι θεωρεί συστατικό ό,τι εισάγεται σκοπίμως και επειδή είναι φυσικό συστατικό η γύρη, την εξαιρεί. Μιλάει για υποχρεωτική σήμανση όταν είναι 0,9%, το συστατικό των γενετικά τροποποιημένων 9‰. Η γύρη από μόνη της ως φυσικό συστατικό συμμετέχει στο 1‰, δηλαδή στο 0,1% στο μέλι. Κατά συνέπεια, δεν υπάρχει υποχρέωση σήμανσης. Ακούγεται λογική η απάντηση.

Δεν ισχυρίζομαι ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να συνεχίσει ενέργειες προς την κατεύθυνση που λέτε. Συμφωνώ. Όμως, όλος αυτός ο διάλογος δεν πρέπει να παρεμποδίσει την κοινή προσπάθεια όλων να σταθούμε δίπλα στον Έλληνα μελισσοκόμο, να αυξήσουμε την παραγωγή κρατώντας ως αδιαπραγμάτευτη την ποιότητά μας.

 Οι αγορές στην σύγχρονη κοινωνία, κύριε Κασαπίδη, είναι αυτές που δυστυχώς ή ευτυχώς δίνουν και το τελικό πρόκριμα σε ένα προϊόν. Τα ελληνικά προϊόντα έχουν την αναγνώριση του καταναλωτή παγκοσμίως. Αυτή την αλήθεια καμία εμπορική σκοπιμότητα δεν μπορεί να την αλλοιώσει».

Agrocapital.gr