Στη χημεία σαπούνι (αρχ. ελλ. σάπων) ονομάζεται το άλας ενός λιπαρού ξέος, κορεσμένου ή ακόρεστου, που συνίσταται από αλυσίδα τουλάχιστον οκτώ ατόμων άνθρακα με μια βάση ή και μίγμα τέτοιων αλάτων.
Tο σαπούνι έχει τις ρίζες του στην Αρχαία Ελλάδα και συγκεκριμένα στο νησί της Λέσβου. Σε εκείνο το νησί ελάμβαναν χώρα θυσίες ζώων προς τιμήν των θεών. Επειδή συχνά τα συγκεκριμένα ζώα αποτεφρώνονταν, στάχτες από σκληρό ξύλο συγκεντρώνονταν (μια πρώιμη πηγή αλκαλίων). Περνώντας τα χρόνια, οι συγκεκριμένες στάχτες αναμειγνύονταν με τα υπολλείματα των θυσιαζόντων ζώων. Λέγεται πως μετά από μια δυνατή βροχή εμφανίσθηκε ένα κίτρινο περίσσευμα από το βουνό των σταχτών και βρήκε το δρόμο κάτω από το λόφο όπου βρισκόταν ο ναός. Οι ντόπιες γυναίκες, πλένοντας τα ρούχα τους στο τοπικό ποτάμι, πρόσεξαν ότι τα ρούχα τους ήταν καθαρότερα όταν το ποτάμι ήταν κιτρινωπό.

Η Ιστορία καταγράφει την ποιήτρια Σαπφώ η οποία έγραψε για εκείνες τις φορές που παρατηρήθηκε η δράση του κιτρινωπού υγρού και έτσι τιμώντας την δόθηκε ο όρος "Σαπωνοποίηση" -ο χημικός όρος που περιγράφει τη δημιουργία του σαπουνιού.

Με τον καιρό αποδείχθηκε ότι προσθέτοντας αλατισμένο νερό στο μίγμα, η απομάκρυνση της γλυκερίνης και του περίσσιου νερού ήταν ευκολότερη κάνοντας το σαπούνι σκληρότερο. Αυτό το παλαιομοδίτικο "κίτρινο σαπούνι" χρησιμοποιήθηκε για την μπουγάδα, το πλύσιμο των πιάτων και το μπάνιο.

Τα αρχαία χρόνια στην αρχαιότητα, η ελιά θεωρούνταν δέντρο ιερό και ευλογημένο. ευδοκιμούσε σε κάθε γωνιά της Ελληνικής γης, χάριν στο εύκρατο κλίμα της χώρας αλλά και στον ήλιο που έλουζε κάθε σπιθαμή της.
Γνωρίζοντας από παράδοση ότι το βασικότερο φυσικό υλικό στην παραγωγή του σαπουνιού είναι το λιπαρό, οι Έλληνες χρησιμοποίησαν εκείνο που έβρισκαν σε μεγάλη αυθονία στη χώρα τους, το ελαιόλαδο. Έτσι γεννήθηκε το αγνό σαπούνι από λάδι ελιάς .Έκτοτε, κάθε Ελληνικό νοικοκυριό παρασκεύαζε το δικό του αγνό σαπούνι από ελαιόλαδο.
Πρώιμη ιστορία

Οι πρώτες καταγραφές στοιχείων για την παραγωγή υλικών που μοιάζουν με σαπούνι χρονολογούνται γύρω στο 2800 π.Χ. στην αρχαία Βαβυλώνα.[5] Ένας τύπος για σαπούνι που αποτελείται από νερό, αλκάλια, και έλαιο κάσιας βρέθηκε "γραμμένη" σε πήλινο δίσκο στη Βαβυλώνα γύρω στο 2200 π.Χ. Ο πάπυρος Ebers (Αίγυπτος, 1550 π.Χ.) δείχνει ότι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι λούζονταν τακτικά και συνδύαζαν έλαια ζωικά και φυτικά με αλκαλικά άλατα για να δημιουργήσουν κάτι που έμοιαζε με σαπούνι. Αιγυπτιακά έγγραφα αναφέρουν ότι ουσία παρόμοια με σαπούνι χρησιμοποιήθηκε για την επεξεργασία μαλλιού για ύφανση.

Η λατινική λέξη για το σαπούνι - sapo - εμφανίζεται για πρώτη φορά στο σύγγραμμα Naturalis Historia του Πλίνιου του Πρεσβύτερου, στο οποίο αναφέρεται η παρασκευή του από ζωικό λίπος και στάχτη αλλά ως χρήση του αναφέρεται η αλοιφή για τα μαλλιά, με μάλλον υποτιμητικό σχόλιο πως χρησιμοποιείται περισσότερο από τους άνδρες και λιγότερο από τις γυναίκες στους Γερμανούς και τους Γαλάτες.[6]

O Ζώσιμος ο Πανοπολίτης περιγράφει τόσο το σαπούνι όσο και την παρασκευή του.[7] Ο Γαληνός περιγράφει την παρασκευή σαπουνιού με τη χρήση αλυσίβας και αναφέρει πως χρησιμοποιείται στο πλύσιμο για να παρασύρει τις ακαθαρσίες τόσο από το σώμα όσο και από τα ρούχα. Σύμφωνα με τον Γαληνό, καλύτερα σαπούνια ήταν τα Γερμανικά, με τα Γαλατικά να ακολουθούν.

Μεσαίωνας - Αναγέννηση

Οι σαπωνοποιοί στη Νάπολι είχαν δημιουργήσει συντεχνία κατά τα τέλη του 6ου αιώνα, ενώ κατά τον 8ο αιώνα η σαπωνοποιία ήταν πολύ γνωστή τόσο στην Ιταλία όσο και στην Ισπανία.Τα καπιτουλάρια (διατάγματα) των Μεροβιγγείων De Villis, περί το 800 μ.Χ., αναφέρουν το σαπούνι ως ένα από τα προϊόντα που πρέπει να καταγράφουν οι εκπρόσωποι της βασιλικής περιουσίας. Η σαπωνοποιία αναφέρεται τόσο ως "γυναικεία εργασία" αλλά και ως ενασχόληση "ικανών τεχνιτών" στους οποίους εντάσσονταν οι ξυλουργοί, οι κτίστες και οι αρτοποιοί.

Στην Γαλλία κατά το δεύτερο ήμισυ του 15ου αιώνα η ημι-βιομηχανική σαπωνοποιία είχε συγκεντρωθεί σε ορισμένα κέντρα της Προβηγκίας, όπως η Τουλόν, η Ιέρ και η Μασσαλία, από τα οποία εφοδιαζόταν όλη η χώρα. Η παραγωγή, μάλιστα, της Μασσαλίας, σε δύο εργοστάσια, έτεινε να εκτοπίσει όλα τα υπόλοιπα κέντρα.Στην Αγγλία η παραγωγή σαπουνιού γινόταν σχεδόν αποκλειστικά στο Λονδίνο

Από τον 16ο αιώνα και ύστερα άρχισαν να παράγονται στην Ευρώπη πιο εκλεπτυσμένα σαπούνια, με χρήση φυτικών ελαίων και όχι ζωικών λιπών. Πολλά από αυτά παράγονται ακόμη και σήμερα, είτε από βιομηχανίες είτε από οικοτέχνες.

Σύγχρονη εποχή

Μέχρι την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης η σαπωνοποιία ήταν κλάδος σχετικά μικρής κλίμακας και τα παραγόμενα σαπούνια ήταν "σκληρά". Το 1789, όμως, ο Άντριου Πίαρς (Andrew Pears) παρασκεύασε στο Λονδίνο ένα σχεδόν διάφανο σαπούνι, ενώ ο γαμπρός του Τόμας Μπάρατ (Thomas J. Barratt) ίδρυσε το 1862 εργοστάσιο σαπουνιών στο Άιλγουερθ (Isleworth). Ακολούθησαν και άλλοι κατασκευαστές τόσο στο Ηνωμένο Βασίλειο όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες και υιοθετήθηκαν νέες πρακτικές προώθησης του προϊόντος, όπως του Μπέντζαμιν Μπάμπιτ (Benjamin T. Babbitt) που διένειμε δωρεάν δείγματα των σαπουνιών του. Οι αδελφοί Ουίλιαμ και Τζέιμς Λέβερ δημιούργησαν το 1886 μια μικρή βιομηχανία σαπουνιών με την επωνυμία "Lever Brothers", η οποία υπάρχει και σήμερα - από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές του χώρου - υπό την επωνυμία "Unilever". Η εταιρεία αυτή υπήρξε πρωτοπόρος ως προς την ανάληψη μεγάλων εκστρατειών διαφήμισης και προώθησης των προϊόντων της.

Με το χρόνο τα σαπούνια εξελίχτηκαν αποκτώντας χρώμα και αρωματίστηκαν (μερικές φορές με πολύ έντονα αρώματα), ενώ κυκλοφορούν σήμερα και υπό μορφή υγρού (υγρό σαπούνι).

Στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται και σήμερα αρκετές εταιρείες παραγωγής σαπουνιών όπως η Ελαϊδα στη Λάρισα από το 1913 καθώς και άλλοι(Παπουτσάνης, Γ. Μαλικούτης - "Αρκάδι" κτλ.) ενώ μια από τις πλέον γνωστές στην εποχή της εταιρεία ήταν η "Αλεπουδέλης", ιδιοκτησία της οικογένειας του ποιητή Οδυσσέα Ελύτη.
.

  Πώς να φτιάξετε χειροποίητο σαπούνι. 

Το βιομηχανοποιημένο σαπούνι είναι ένα είδος που χρησιμοποιούμε καθημερινά και που δυστυχώς η μαζική του παραγωγή το έχει αλλάξει τόσο πολύ που σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί και να βλάπτει ….

Εδώ θα σας μιλήσω για το πώς μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε βότανα και αιθέρια έλαια καθώς και διάφορα μπαχαρικά για να βελτιώσουμε την ποιότητα του έτοιμου σαπουνιού και να φτιάξουμε κάτι που να ταιριάζει στις ανάγκες μας…

Πρώτα απ' όλα θα πρέπει να επιλέξουμε τον τύπο σαπουνιού που θα αγοράσουμε για να παρασκευάσουμε το δικό μας χειροποίητο σαπούνι. Δυστυχώς τα σαπούνια που κυκλοφορούν στην αγορά δεν είναι όλα καλής ποιότητας. Και γι αυτό θα πρέπει να κανείς να ψάξει είτε για σαπούνια με υψηλό ποσοστό ελαιόλαδου (ελληνικά και ξένα) είτε για σαπούνια, τα λεγόμενα γλυκερίνης που κυκλοφορούν από ΞΕΝΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ….

Πολλά βότανα και καρυκεύματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν, ως αφέψημα, σε λάδι είτε όπως είναι. Θα καταλάβετε πιο κάτω τι εννοώ….

Επίσης πολλά αιθέρια έλαια μπορούν να προστεθούν ώστε να βελτιωθεί η ποιότητα και η αποτελεσματικότητα του σαπουνιού.

Ας έρθουμε τώρα στον τρόπο παρασκευής του.

Υπάρχουν κατ’ αρχήν δύο βασικοί τρόπου παρασκευής χειροποίητου σαπουνιού:

1) Από την αρχή αναμειγνύοντας λάδι με ένα αλκαλικό προϊόν, - Καυστικό Νάτριο (ΝαΟΗ) για στερεό σαπούνι, ή Καυστικό Κάλιο (ΚΟΗ) για ρευστό σαπούνι-, και νερό

2) Τρίβοντας ή κόβοντας σε μικρά κομμάτια ένα έτοιμο άοσμο σαπούνι, αναμειγνύοντάς το με την κατάλληλη ποσότητα υγρού, και προσθέτοντας τα βότανα ή τα αιθέρια έλαια που έχουμε επιλέξει.

Ο πρώτος τρόπος θέλει αρκετή προσοχή γι' αυτό κι εμείς εδώ θα ασχοληθούμε με τον δεύτερο τρόπο ο οποίος είναι και ο πιο ασφαλής αφού την δύσκολη δουλειά την έχουν κάνει άλλοι….

Η βασική συνταγή που σας δίνω παρακάτω είναι απλή και μπορεί να γίνει εύκολα στην κουζίνα του σπιτιού μας χρησιμοποιώντας σαν εργαλεία δοχεία ανοξείδωτα η Pyrex, ξύλινες σπάτουλες και πλαστικές φόρμες (Tupperware)σαν καλούπια.

Τα σαπούνια με υψηλή περιεκτικότητα σε Ελαιόλαδο λιώνουν ευκολότερα σε γάλα αντί για νερό μπορεί όμως κανείς αν θέλει, να χρησιμοποιήσει νερό και μικρή ποσότητα λαδιού (όπως αμυγδαλέλαιου, φοινικέλαιου, καστορέλαιου κλπ)

ΣΥΝΤΑΓΗ
500γρ. Σαπούνι (κατά προτίμηση λευκό, χωρίς άρωμα)
100γρ. νερό - ή 50γρ. νερό και 50γρ. γάλα - ή 50γρ. λάδι

Τρίβουμε το έτοιμο σαπούνι στον τρίφτη ή το μίξερ (κόφτης)
Το βάζουμε σε ένα ανοξείδωτο σκεύος ή μεγάλο Pyrex προσθέτοντας το νερό η το μείγμα νερού και γάλακτος και ανακατεύουμε καλά.
Βάζουμε μία μεγαλύτερη κατσαρόλα στο μάτι της κουζίνας και γεμίζουμε με νερό τόσο ώστε να όταν τοποθετήσομε το σκεύος η το Pyrex μέσα, το νερό να φτάνει μέχρι την μέση περίπου (Bain Marie)
Ζεσταίνουμε το νερό της εξωτερικής κατσαρόλας και το διατηρούμε σε χαμηλή θερμοκρασία (όχι βρασμού).
Ανακατεύουμε κατά διαστήματα το μείγμα του σαπουνιού έχοντας το σκεπασμένο στα ενδιάμεσα. Αυτή η διαδικασία μπορεί να κρατήσει αρκετή ώρα (1-1½ ώρα).
Μόλις το μείγμα μας δείχνει ομοιογενές, σαν πολύ πηχτή κρέμα, το αποσύρουμε από την φωτιά.
Προσθέτουμε τα βότανα η/και τα αιθέρια έλαια που έχουμε ετοιμάσει.
Λαδώνουμε λίγο τη φόρμα μας και ρίχνουμε μέσα το μείγμα.
Τοποθετούμε την φόρμα, σκεπασμένη με λίγο χαρτί κουζίνας ή μία πετσέτα, σε ένα σχετικά ζεστό μέρος, μακριά από κρύα ρεύματα, και την αφήνουμε για 1-2 μέρες να σκληρύνει.
Όταν ακουμπάμε το δάκτυλό μας στο σαπούνι και κάνει μόνο ένα ελαφρύ σημάδι τότε μπορούμε να το βγάλουμε από την φόρμα πάνω σε μία στεγνή επιφάνεια σκεπασμένη κατά προτιμήσει με λαδόκολλα.
Το κόβουμε με ένα ανοξείδωτο μαχαίρι σε πλάκες και το αφήνουμε πάλι να στεγνώσει για 3-4 μέρες.

Τα βότανα και τα αιθέρια έλαια που μπορεί να χρησιμοποιήσει κανείς είναι πολλά. Όπως οι σπόροι και τα έλαιο της Λεβάντας, του Χαμομηλιού, της Τριανταφυλλιάς, του Πεύκου, της Λεμονιάς, της Πορτοκαλιά κλπ. Το κάθε ένα από τα παραπάνω έχει τις δικές του ιδιότητες.

Μπορεί κανείς ακόμα να κάνει και συνδυασμούς καθώς επίσης αντί να χρησιμοποιήσει σκέτο νερό για να λιώσει το σαπούνι, να χρησιμοποιήσει το αφέψημα τον βοτάνων αφού τα βράσει και τα σουρώσει. Επίσης το χρώμα από λευκό μπορεί να γίνει κίτρινο, πορτοκαλί, πράσινο κλπ με την χρήση μπαχαρικών όπως Πάπρικας, Κουρκουμά, Μοσχοκάρυδου, Κανέλλας.

(Από την Paola Filinesi)